Kawasaki ZX 12R (2000-2006): Ζητείται οδηγός για ταχύτητες πάνω από τα 200 χ.α.ω....

      Η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα της δοκιμής ήταν μοντέλο 2004, με 70000 χλμ. Είχαν πραγματοποιηθεί οι ακόλουθες βελτιώσεις: Φίλτρο αέρα K&N, ολόσωμη εξάτμιση Acrapovic, ζελατίνα MRA, πρόσφατη επισκευή στις αναρτήσεις μπροστά-πίσω στα εργοστασιακά πρότυπα σε εξειδικευμένο κατάστημα.
     Επίσης μεταλλικά σωληνάκια φρένων μπροστά – πίσω, μαρσπιέ οδηγού Gilles ρυθμισμένα πιο πίσω από τα εργοστασιακά και πολλά πλαστικά μέρη αλλαγμένα σε carbon.

     Κινητήρας: O κινητήρας των 1199 κ. εκ., χρειάζεται περισσότερες από 4000 σ.α.λ. για να τραβήξει δυνατά , ανάλογα με την επιλεγμένη σχέση στο κιβώτιο. Ωστόσο λόγω του μεγάλου κυβισμού του και της αξιοσημείωτης ροπής που παράγει, στην πόλη η κατώτατη περιοχή στροφών, έως και τις 4000 σ.α.λ.., επαρκεί για την καθημερινή μετακίνηση, έστω κι αν ο κινητήρας ακούγεται ότι δουλεύει νωχελικά.
     Ο λεβιές των έξι ταχυτήτων είναι σχετικά σκληρός, ενώ η μοτοσυκλέτα πρέπει να ακινητοποιηθεί για να βρει ο αναβάτης τη νεκρά.

     Πάνω από τις 4000 σ.α.λ. η απόκριση του κινητήρα είναι πολύ γεμάτη, ανά πάσα στιγμή υπάρχει περίσσεια ώθησης για να κινηθεί κανείς σβέλτα. Ο κινητήρας είναι γραμμικός, ανάλογα με τις στροφές υπάρχει και η αντίστοιχη δύναμη. Η δύναμη αυτή είναι άμεσα διαθέσιμη, χωρίς κομπιάσματα, τα πάντα εξαρτώνται από το δεξί χέρι του αναβάτη. Ενδεικτικά η τρίτη ταχύτητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα 50 χ.α.ω. έως και τα 200+ χ.α.ω., με τα χιλιόμετρα αυτά να έρχονται για πλάκα.
     Στην ανώτερη περιοχή του στροφομέτρου, η δύναμη περισσεύει για κάθε χρήση. Ο οδηγός νοιώθει να εκσφενδονίζεται προς τα μπρος, κάθε φορά που ανοίγει πολύ το γκάζι σε αυτή την περιοχή στροφών. Ο κόφτης επεμβαίνει στις 12000 σ.α.λ.. Λίγες μοτοσυκλέτες μπορούν να επιτύχουν τόσο άμεση επιτάχυνση μετά τα 200 χ.α.ω.. Επειδή ακριβώς μαζεύει τόσο γρήγορα τα χιλιόμετρα, απαιτεί από τον αναβάτη επαναπρογραμματισμό του εγκεφάλου, ώστε το εσωτερικό ρολόι του αναβάτη να μετράει και τα millisecond, όποτε γίνεται γενναιόδωρος με το γκάζι. Tελική στα 300 χ.α.ω..
 
     Φυσικά δεν υπάρχουν χάρτες, traction control ή άλλα βοηθήματα στην υπηρεσία του αναβάτη να διαχειριστεί αυτή την ισχύ. Οι σύγχρονες μοτοσυκλέτες που έχουν αυτά τα βοηθήματα με παρόμοια ισχύ, προσφέρουν μεγάλη σιγουριά στον αναβάτη σε συνθήκες ιδίως μειωμένης πρόσφυσης. H κατανάλωση βενζίνης είναι αυξημένη.

     Θέση οδήγησης: Το ύψος της σέλας είναι σχετικά μεγάλο. Το πλάτος της είναι αυξημένο σε όλο το μπροστινό της τμήμα. Ο συνδυασμός των προηγούμενων θα ικανοποιήσει οδηγούς με ύψος μόνο άνω του μετρίου, προσφέροντας άπλετο χώρο.
     Ο αναβάτης τοποθετείται μέσα αλλά και κυρίως πάνω από τη μοτοσυκλέτα, σε θέση οδήγησης ελαφρά σκυφτή προς τα μπρος, ιδανική για γρήγορο ταξίδι. Σε καθημερινές βόλτες στην πόλη, φορτίζει περισσότερο τους καρπούς από μια ουδέτερη θέση οδήγησης. Η ελαφρά αλλαγμένη θέση οδήγησης οφείλεται ως επί τω πλέιστον στα αλλαγμένα μαρσπιέ και τη ρύθμιση τους από τον ιδιοκτήτη της μοτοσυκλέτας.
     Το βάρος της μοτοσυκλέτας φαίνεται στον μέσο όρο της κατηγορίας, δηλαδή η μηχανή έχει πιο ελαφριά αίσθηση από αυτό που περιμένει κάποιος. Το κέντρο βάρους έχει χαμηλή αίσθηση.
     Οι διαστάσεις της μοτοσυκλέτας είναι λίγο μικρότερες από τον μέσον όρο της κατηγορίας. Το πλάτος της αυξάνεται λίγο στο μπροστινό μέρος του φέρινγκ, χωρίς να προβληματίζει.

     Στο δρόμο: Οι επισκευασμένες αναρτήσεις έχουν κρατηθεί στην εργοστασιακή σκληρότητα, χωρίς να έχουν αλλαχθεί οι στάνταρ ρυθμίσεις. Μπορούν χωρίς δεύτερη σκέψη να χαρακτηρισθούν από σκληρές έως τσιμεντένιες. Από την αγορά της μοτοσυκλέτας σαν καινούρια, υπήρχε η απορία αν θα δούλευαν σωστά σε καθημερινές συνθήκες βόλτας ή καθημερινών μετακινήσεων, ενώ υπήρχε η βεβαιότητα ότι σε γρήγορο ρυθμό θα προσέφεραν σωστό κράτημα.

     Στην πόλη το τιμόνι κόβει πολύ, το οποίο αποτελεί προσόν για το χαρακτήρα του. Κοντά στο τέρμα της κίνησης του βαραίνει, θέλοντας να κλειδώσει προς το τέρμα, κάτι που γίνεται συνήθεια μετά από ολιγόωρη οδήγηση. Στη διαδικασία της διήθησης το τιμόνι περνάει κάτω από τους καθρέπτες των αυτοκινήτων. Οι καθρέπτες της μοτοσυκλέτας είναι ελάχιστα πιο πάνω από τους καθρέπτες των αυτοκινήτων, σε παρόμοιο ύψος με των SUV.
     Στην πόλη η μοτοσυκλέτα είναι ουδέτερη, δεν θα προβληματίσει. Οι διαστάσεις της είναι πολύ λογικές, σαν λίγο μεγαλύτερο superbike, θα εξυπηρετήσει στις απαραίτητες μετακινήσεις χωρίς να δημιουργήσει προβλήματα.
     Ο κινητήρας ζεσταίνεται, χωρίς να φτάνει η θερμότητα σε βαθμό υπερβολικό όπως θα περίμενε κάποιος από κινητήρα 1200 κ.εκ. σε τέτοιες συνθήκες. Η ζέστη που αναβλύζει θα φτάσει στους δικέφαλους ποδιών του αναβάτη, δύσκολα θα ενοχλήσει. Η θερμοκρασία του κινητήρα παραμένει σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα στις μετακινήσεις της πόλης.
     Λόγω της σκληρής ανάρτησης και του άκαμπτου πλαισίου, πολλές κακοτεχνίες από το δρόμο φτάνουν τελικά στον αναβάτη.

     Σε επαρχιακούς δρόμους χαμηλής πρόσφυσης ο οδηγός αφήνεται ανεπηρέαστος είτε να κινηθεί με αργό ρυθμό είτε να πιέσει. Η γεωμετρία είναι ουδέτερη και σπορ ταυτόχρονα. Είναι προφανές ότι σε αργό ρυθμό η ανάρτηση δεν συμπιέζεται αρκετά για να πληροφορήσει σωστά, αντίθετα οι κακοτεχνίες του δρόμου φτάνουν κατά κάποιο τρόπο στον οδηγό.
     Ανεβάζοντας ρυθμό, ο αναβάτης μπορεί με σύμμαχο τη ροπή του κινητήρα στις χαμηλο-μεσαίες στροφές να κινείται γρήγορα. Όσο αυξάνεται ο ρυθμός, τόσο καλύτερα δουλεύει η ανάρτηση και γίνεται καλύτερη η πληροφόρηση. Λόγω της μειωμένης πρόσφυσης είναι δύσκολο να περάσει η δύναμη του κινητήρα στο δρόμο.
     Είτε λόγω φθαρμένου πίσω ελαστικού είτε λόγω χαμηλού συντελεστή τριβής, σε επαρχιακούς δρόμους χαμηλής πρόσφυσης μπορεί να διώχνει κατά βούληση τον πίσω τροχό με 3500-4000 σ.α.λ. στις εξόδους των στροφών. Ακόμη και με αυξημένες ταχύτητες μπορεί να υπερστρέφει στις εξόδους χωρίς να μειώνεται η εμπιστοσύνη του αναβάτη λόγω της εξαιρετικής ουδετερότητας αλλά και σπορ στησίματος της μοτοσυκλέτας. Σε τέτοιες συνθήκες μόνο ένας βαρύς οδηγός με βαρύ δεξί χέρι θα κάνει την ανάρτηση να αρχίσει να συμπιέζεται για να δουλέψει σχετικά καλά.
     Η πίσω ανάρτηση παρέχει λίγο καλύτερη πληροφόρηση από την μπροστινή, η οποία σε τέτοιες συνθήκες πρόσφυσης δεν συμπιέζεται αρκετά ούτε στο φρενάρισμα. Σε γρήγορο ρυθμό είναι απρόσμενα γρήγορη μοτοσυκλέτα και εμπνέει εμπιστοσύνη, ιδίως αν τα λάστιχα της είναι καλά.

     Σε επαρχιακούς δρόμους υψηλής πρόσφυσης χωρίς κακοτεχνίες, η σκληρή ανάρτηση φαίνεται πιο κατάλληλη. Η μηχανή έχει πολύ δεμένη αίσθηση, δίνει την αίσθηση ότι είναι στο στοιχείο της. Η ανάρτηση σε συνδυασμό με την ουδέτερη αλλά σπορ γεωμετρία, δύσκολα θα αφήσει τον αναβάτη αδιάφορο. Το συναίσθημα ότι ο αναβάτης μπορεί να βάλει κάτω ένα ικανοποιητικό ποσοστό από τη δύναμη της μοτοσυκλέτας σε τέτοιους δρόμους, θα τον παρασύρει μάλλον παρά τα ενδεχομένως ήσυχα σχέδια του.
     Απαιτούνται μόλις 5000 σ.α.λ. για να κινείται σβέλτα ο οδηγός σε κλειστό στροφιλίκι. Και πάλι η μπροστινή ανάρτηση δεν συμπιέζεται όπως πρέπει για να πληροφορήσει σωστά. Η ευελιξία της μηχανής είναι πολύ καλή, θα τη δυσκολέψει μόνο στα πολύ κλειστά κομμάτια. Συνεπώς μόνο σε γρήγορο ρυθμό η ανάρτηση αρχίζει να δουλεύει. Η πληροφόρηση που νοιώθει ο αναβάτης είναι σχετικά καλή, σπάνια θα φτάσει να γίνει καλύτερη. Η εμπιστοσύνη που νοιώθει ο αναβάτης από το άκαμπτο σύνολο είναι μεγάλη ωστόσο.

     Όσο πιέζεται η μοτοσυκλέτα τόσο καλύτερα νοιώθει, κι αυτό ακριβώς μεταφέρει και στον αναβάτη. Παρατηρείται μια εμπροσθόβαρη κατανομή του βάρους. Λόγω της σχετικά γρήγορης γεωμετρίας ο οδηγός μπορεί να μπει ακόμα με φόρα στη στροφή. Ο άλλος τρόπος είναι να εκμεταλλευθεί το γκάζι όσο το δυνατό νωρίτερα, αφού φρενάρει βαθιά μέσα στη στροφή και στρίψει με μικρότερη ταχύτητα. Με τέτοια γεωμετρία και οι δύο τρόποι δουλεύουν, ανάλογα με τον αναβάτη και τη στροφή. Φυσικά το γκάζι που έχει η μηχανή επαρκεί για τη διόρθωση οποιουδήποτε λάθους όταν κυνηγάει τον χρόνο.
     Ακόμη και η δύναμη έως τις 7000 σ.α.λ. επαρκεί για πολύ καλό ρυθμό. Δεν χρειάζεται τράβηγμα για να στρίψει στις συνεχόμενες αλλαγές κατεύθυνσης. Σε κλειστό στροφιλίκι μπορεί να αρχίσει να εμφανίζει κάποια υποστροφή. Τα μαρσπιέ ήταν τραβηγμένα πίσω κι έτσι δεν μπορούσε να εξασκήσει σωστά ο αναβάτης το βάρος του σε αυτές τις συνθήκες.

     Στον αυτοκινητόδρομο είναι πολύ σταθερή μοτοσυκλέτα με οποιαδήποτε ταχύτητα κι αν κινείται ο οδηγός. Ωστόσο όσο περισσότερο ανεβαίνει η ταχύτητα τόσο καλύτερα νοιώθει στο στοιχείο της.
     Χωρίς να υπάρχουν σκαλοπάτια στην συμπεριφορά της, μέχρι τα 100 χ.α.ω. χασμουριέται, μέχρι τα 200 δείχνει τα νύχια της, κι από εκεί και πάνω γίνεται ένα από τα πιο απόλυτα όπλα που μπορεί να αγοράσει, να οδηγήσει και να νοιώσει κάποιος.
     Η ακρίβεια στην κίνηση του, η αμεσότητα και σαφήνεια που παρέχει κατά την τρίτη εκατοντάδα χιλιομέτρων είναι εξαιρετική. Σε τέτοιο ρυθμό κι οδόστρωμα όλα συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους προκειμένου να αποδώσουν σωστά το ιδανικό αποτέλεσμα. Οι αποστάσεις εκμηδενίζονται, ο οδηγός νοιώθει ότι είναι μεταξύ πραγματικότητας και συναρπαστικού παιχνιδιού Play Station.
     H αεροδυναμική προστασία είναι εξαιρετική στις υψηλές ταχύτητες.

     Τα δύο δισκόφρενα με ακτινικές δαγκάνες μπροστά παρέχουν εξαιρετική δύναμη φρεναρίσματος με πολύ καλή αίσθηση. Στα λίγα χιλιόμετρα ή σε συνθήκες μειωμένης πρόσφυσης, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να μπλοκάρουν τον τροχό.
     Το πίσω δισκόφρενο έχει μέτρια δύναμη, και καλή αίσθηση. Περισσότερο αναλαμβάνει να βοηθήσει το φρενάρισμα του μπροστινού τροχού παρά να εξασκήσει αποδοτική επιβραδυντική δύναμη.

     Σχόλια: Η μοτοσυκλέτα χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη για πολύ γρήγορα ταξίδια και μόνο στην Εθνική Οδό.
     Το πίσω λάστιχο το τρώει για πλάκα. Αν δεν ξεφτίλιζε τα πίσω λάστιχα τόσο εύκολα, θα μπορούσε εκτός των γρήγορων ταξιδιών να εξυπηρετήσει και για κάποια track days με ελάχιστες τροποποιήσεις.
     Τα φώτα είναι πολύ δυνατά αφού ανάβουν και οι δύο λάμπες μαζί κάθε στιγμή. Οι καθρέπτες της μοτοσυκλέτας αντανακλούν την λεπτομέρεια που έχει δοθεί στο σχεδιασμό της.
     Η δύναμη της μοτοσυκλέτας σε συνδυασμό με τη σκληρή ανάρτηση-σκελετό και τη μικρή κάστερ, μερικές φορές έχουν σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση tank slapping μερικές φορές στο γενναίο άνοιγμα του γκαζιού σε κατσαρό οδόστρωμα. Ένα σταμπιλιζατέρ τιμονιού είναι επιθυμητό σαν έξτρα.
     Και με αυτή τη μοτοσυκλέτα, φαίνεται η παλαιότερη τάση της εταιρείας να φτιάχνει απόλυτες μοτοσυκλέτες.

+Πολύ γρήγορα ταξίδια

+Με λίγες τροποποιήσεις μπορεί να εξυπηρετήσει εξαιρετικά σε ευρύτερο φάσμα χρήσης

-Μονοδιάστατο

-Αναμενόμενα σχετικά υψηλή κατανάλωση

-Ο ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέτας χρειάζεται κούρεμα.

Περισσότερα, προδιαγραφές,(EN)



         Σκελετός ZX12R monococque.

Σχόλια

Τα πεδία με * είναι υποχρεωτικά. Παρακαλούμε στα Ελληνικά. Από 1/1/2012 τα Greeklish δεν θα απαντώνται.