Το πρώτο σύστημα ημι-ενεργητικής ανάρτησης μαζί με το Bmw HP4, δουλεύει μεταβάλλοντας συνεχώς τις αποσβέσεις μπροστά και πίσω λαμβάνοντας υπ’όψιν πολλές παραμέτρους αλλά η κυριότερη είναι η απόκριση της στη ταχύτητα κίνησης της ανάρτησης. Αυτό μετριέται με δύο αισθητήρες σε κάθε άκρο της μοτοσυκλέτας. Ένας είναι τοποθετημένος στην μη αναρτώμενη μάζα κι έτσι κινείται πάνω-κάτω με τον τροχό. Ο άλλος είναι πιο πάνω στην αναρτώμενη μάζα, που είναι το κύριο σώμα της μοτοσυκλέτας. Η συνεχώς μεταβαλλόμενη απόσταση μεταξύ των δύο ολοκληρώνεται μαθηματικά για να καθοριστεί η ταχύτητα και χρησιμοποιώντας το αυτό, το Skyhook ECU ρυθμίζει την απόσβεση μεταξύ προκαθορισμένων επιπέδων. 

     Στο παρακάτω διάγραμμα φαίνεται η διαφορά μεταξύ μιας κανονικής ανάρτησης και της DSS (Ducati Skyhook Suspension), ως προς την απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης. Επειδή η απόσβεση ελέγχεται μόνο ηλεκτρονικά, είναι δυνατό να υπάρξει μια πολύ πιο μεγάλη γκάμα ρυθμίσεων από ένα συμβατικό σύστημα, η έστω από το προηγούμενο παθητικό ηλεκτρονικό σύστημα της Ducati, το λεγόμενο DES. Οι γραφικές παραστάσεις δείχνουν το μεγάλο εύρος των παρεχόμενων αποσβέσεων επιτρέποντας στη μοτοσυκλέτα να αντιμετωπίσει πολύ καλύτερα λειτουργία κοντά στα άκρα της ανάρτησης.  Ωστόσο το σύστημα λειτουργεί εξαιρετικά γρήγορα, μεταβάλλοντας την απόκριση του από τη μικρότερη στη μεγαλύτερη απόσβεση σε μόλις 10 milliseconds. Αυτό σημαίνει ότι οδηγείς ομαλά σε ίσιο δρόμο με μια μαλακή ρύθμιση όπως στο πρόγραμμα Urban και η απόσβεση του πιρουνιού είναι στο ελάχιστο όταν ξαφνικά φρενάρεις απότομα για να αποφύγεις ένα σκύλο. Τότε η απόσβεση συμπίεσης θα μεταβληθεί στην μέγιστη πολύ πριν το πιρούνι εξαντλήσει τη διαδρομή του. 

     Οι βαλβίδες που ελέγχουν τις αποσβέσεις δεν είναι οι συνηθισμένες ροδέλες και βίδες που υπάρχουν στις κανονικές αναρτήσεις. Αντίθετα είναι σαν ένα ελάχιστα χαλαρό πιστόνι μέσα σε ένα κύλινδρο, ενώ υπάρχει και λάδι που μπορεί να ρέει μεταξύ τους. Το πιστόνι είναι ένα συνδεδεμένο με ένα ηλεκτρικό πηνίο κι έτσι η θέση του μπορεί να αλλάξει πολύ γρήγορα με ένα ηλεκτρικό σήμα που ελέγχει την ταχύτητα με την οποία μπορεί να ρέει ενδιάμεσα το λάδι. 

      Στα διαγράμματα που αφορούν την αναρτώμενη μάζα, το k απεικονίζει το ελατήριο της ανάρτησης, το k-t είναι από το ελαστικό που συμπεριφέρεται κι αυτό σαν ελατήριο, m είναι η μάζα του τροχού και M η μάζα της μοτοσυκλέτας που συγκρατείται από την μπροστινή ανάρτηση (περίπου η μισή μάζα της μοτοσυκλέτας και μικρότερη από το συνδυασμό μη αναρτώμενων μαζών μπροστά και πίσω). Το ελατήριο k ελέγχεται και εξετάζεται ανά πάσα στιγμή από τη μονάδα απόσβεσης c, κι αυτό ακριβώς μεταβάλλεται συνεχώς στο Skyhook αλλά είναι σταθερό στα παθητικά συστήματα.

      Στα γραφήματα που αφορούν την άνεση τα οποία μετρούν τους κραδασμούς που φτάνουν στην αναρτώμενη μάζα της μοτοσυκλέτας, δείχνουν πόσο το σύστημα Skyhook ταιριάζει ή και νικάει τα καλύτερα παθητικά συστήματα σε δρόμους διαφόρων επιφανειών αν και σε μερικά οδοστρώματα οι σκληρές ρυθμίσεις είναι οι καλύτερες ενώ σε άλλα οι μαλακότερες. Αυτός είναι ο λόγος που δεν είναι άμεσα εμφανές ότι το Skyhook είναι καλύτερο από ένα συμβατικό σύστημα. Πρέπει η μοτοσυκλέτα να δοκιμαστεί σε μεγάλη γκάμα συνθηκών και τότε εξάγεται το συμπέρασμα ότι δίνει πάντα την εντύπωση ότι είναι ρυθμισμένο ειδικά για αυτή τη διαδρομή. 

     Λαμβάνονται κι άλλες παράμετροι υπόψιν όπως η ταχύτητα κίνησης της ανάρτησης, η θέση του γκαζιού και η ταχύτητα ανοίγματος του, οι πιέσεις του κυκλώματος των φρένων, αν έχει ενεργοποιηθεί το ABS, η ταχύτητα κι επιτάχυνση της μοτοσυκλέτας ώστε η ανάρτηση να προσαρμόζεται αυτόματα στην επιτάχυνση και μάλιστα πόσο δυνατή είναι αυτή, όποτε πατάμε τα φρένα κτλ.. 

      Στα διάφορα σεταρίσματα οδήγησης το σύστημα Skyhook έχει όλη την πρόσβαση και χρησιμοποιεί ολόκληρο το εύρος των ρυθμίσεων απόσβεσης, αλλά μεταβαίνοντας από το ένα σετάρισμα στο άλλο, αλλάζει το σημείο αναφοράς. Για παράδειγμα στο πρόγραμμα Sport, το σημείο αναφοράς μετακινείται προς σφικτότερες θέσεις και πάντα επιστρέφει εκεί σε κανονική οδήγηση, ενώ στο Urban ή Enduro μεταφέρεται στην άλλη πλευρά ισορροπίας, παρέχοντας ομαλότερη οδήγηση σε κανονικές συνθήκες. 

      Στο παραπάνω γράφημα φαίνεται τι βλέπει ο οδηγός στο όργανο. Η πλοήγηση στο μενού γίνεται όπως παλιά αλλά υπάρχει αυξημένη πληροφόρηση σε κάθε mode οδήγησης, με την ιπποδύναμη, απόκριση του γκαζιού, DTC, ABS αλλά και για την εξατομίκευση των ρυθμίσεων της ανάρτησης, οι ενδείξεις είναι διαφορετικές. Το παλιό έδειχνε ξεχωριστά τις αποσβέσεις επαναφοράς και συμπίεσης σαν κλικς, ενώ στο μοντέλο 2013 S, μπορείς να αυξήσεις ή να μειώσεις τις αποσβέσεις σε δύο στάδια από το σημείο αναφοράς στη μέση. Αυτό γίνεται σε κάθε ένα από τα τέσσερα modes, έτσι για παράδειγμα αν το πρόγραμμα Touring είναι πολύ σφικτό, μπορείς να το αλλάξεις σε μία ή δύο πιο μαλακά σεταρίσματα, και μπορεί να παραμείνει εκεί εκτός κι αν το αλλάξεις. 

http://hellforleathermagazine.com/